- μποτιλιάρισμα
- bouchon
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.
μποτιλιάρισμα — το 1. γέμισμα μπουκαλιού με υγρό, εμφιάλωση. 2. ακινητοποίηση πλοίου μέσα στο λιμάνι με φράξιμο του στομίου του ή αυτοκινήτων εξαιτίας κυκλοφοριακής συμφόρησης: Έπεσα σε μποτιλιάρισμα και άργησα στο ραντεβού … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
μποτιλιάρισμα — το [μποτιλιάρω] 1. γέμισμα φιαλών, εμφιάλωση 2. μτφ. α) αποκλεισμός πλοίου σε λιμάνι β) κυκλοφοριακή συμφόρηση … Dictionary of Greek
εμφιάλωση — Η πλήρωση φιαλών (μπουκαλιών) με προκαθορισμένο υγρό για τη διοχέτευσή τους στην αγορά. Συνήθως ο όρος χρησιμοποιείται για την πλήρωση φιαλών με οινοπνευματώδη ποτά, αναψυκτικά και ηδύποτα. Παλαιότερα η διαδικασία αυτή γινόταν αποκλειστικά από… … Dictionary of Greek
εμφιάλωση — η το γέμισμα φιαλών (μπουκαλιών) με υγρό και η σφράγισή τους, το μποτιλιάρισμα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)